- δεινορνιθόμορφα
- Γένος απολιθωμένων πτηνών της οικογένειας των δεινορνιθιδών, που έχουν εκλείψει. Τα πουλιά αυτά ήταν γιγάντια, έφταναν σε ύψος τα 3,5 μ. και ζούσαν στο πλειστόκαινο του καινοζωικού αιώνα, στην περιοχή της σημερινής Νέας Ζηλανδίας. Είχαν μικρό ράμφος, πόδια με τρία δάχτυλα και πολύ μικρά ή ανύπαρκτα φτερά. Τα δ. δεν μπορούσαν να τρέξουν ή να πετάξουν. Τρέφονταν με ρίζες φυτών και σαύρες. Τα αβγά τους είχαν μέγεθος που έφτανε τα 30 εκ. σε μήκος και τα 20 εκ. σε πλάτος.
Dictionary of Greek. 2013.